<body><script type="text/javascript"> function setAttributeOnload(object, attribute, val) { if(window.addEventListener) { window.addEventListener('load', function(){ object[attribute] = val; }, false); } else { window.attachEvent('onload', function(){ object[attribute] = val; }); } } </script> <div id="navbar-iframe-container"></div> <script type="text/javascript" src="https://apis.google.com/js/platform.js"></script> <script type="text/javascript"> gapi.load("gapi.iframes:gapi.iframes.style.bubble", function() { if (gapi.iframes && gapi.iframes.getContext) { gapi.iframes.getContext().openChild({ url: 'https://www.blogger.com/navbar.g?targetBlogID\x3d17979439\x26blogName\x3dGothic+Monastery\x26publishMode\x3dPUBLISH_MODE_BLOGSPOT\x26navbarType\x3dBLUE\x26layoutType\x3dCLASSIC\x26searchRoot\x3dhttps://gothicmonastery.blogspot.com/search\x26blogLocale\x3del_GR\x26v\x3d2\x26homepageUrl\x3dhttp://gothicmonastery.blogspot.com/\x26vt\x3d-326980426557987416', where: document.getElementById("navbar-iframe-container"), id: "navbar-iframe" }); } }); </script>

24 Μαρτίου 2010

disappearing acts...




Woke up in the morning... no one there.


Got outside. No cars. No noise. No wind. Seemed like the world was ... void.


Where am I?


Where is everyone else?


What is wrong here?

Ετικέτες

17 Νοεμβρίου 2006

...απο τα βαθη της νυχτας...


Περίμενε μέχρι μια υποψία κίνησης μια υποψία ζωής αναταράξει τα ήρεμα νερά της λίμνης με το όνομα Λήθη.
Το αχόρταγο στόμα του πεινούσε για φρέσκια σάρκα διψούσε για ζεστό αίμα. Τα λαίμαργα χέρια του αποζητούσαν τη ζέστη του ζωντανού κορμιού για να το μετατρέψουν όπως μοναδικά ήξεραν σε ένα άκαμπτο παγωμένο κουφάρι. Δεν μπορούσε να δεί το εμπόδιζαν χιλιάδες βρύα και μια θολούρα που τόσο εύκολα και αχάριστα τον είχε καθυποτάξει στο βάθος αυτής της αβαθούς λίμνης. Αισθανόταν το υπέρβαρο κορμί του να ταξιδεύει σε γκρεμνούς απόλυτου σκοταδιού και άχρονου πεδίου. δεν θυμόταν τίποτα και δε σκεφτόταν τίποτα. Είχε μια επιθυμία ανάλογη αυτή κάποιου ανόητου μερικά ή χιλιάδες χρόνια πριν που παρακαλούσε κάποιον ουράνιο Πατέρα να αποστρέψει του προσώπου του κάποιο πικρό Ποτήριο. Τι ίδιο ποτήριο που μερικά χρόνια αργότερα έγινε σκεύος μετάληψης της σαρκας και του αιματός του, έγινε διαθήκη για τους επερχόμενους, έγινε κατάρα και ευχή μαζί. Δεν ήθελε να του μοιάσει , ήθελε να τον ξεπεράσει. Δεν ήθελε να γίνει δούλος του, ήθελε να γίνει Κύριός του. Ηξερε όμως να περιμένει μέχρι κάποια στιγμή μια υποψία κίνησης, μια υποψία ζωής αναταράξει τα φαινομενικά ήρεμα νερά της φονικής του (ή δολοφονικής?) λίμνης με το όνομα Λήθη.
Ήξερε να περιμένει...ναι αυτός ήταν ο Μαρτίνος και κανείς δεν μπορούσε πλέον να τον αμφισβητήσει ώς όραμα ή ως μια αρρωστημένη φαντασίωση! Οι ξέπλεκες κοτσίδες του στις οποίες είχαν βρει καταφύγιο γλειώδη τυφλά ψάρια και μη καταγεγραμμένα μαλάκια και οστρακοειδή, το μαρτυρούσαν περίτρανα!
Ναι λοιπόν...ήξερε να περιμένει.

30 Μαρτίου 2006

The naked....truth!!!

Ε λοιπόν τα είχε βαρεθεί όλα! Δεν μπορούσε να ανεχτεί τίποτα πια από τη μίζερη ζωή όλων αυτών που τόσο γενναιόδωρα τους άφηνε να ζουν κάτω απο τον ίδιο ουρανό. Απορούσε και με τον εαυτό του,πόσο ασυνεπής θα συνέχιζε να είναι με την πρότερη συμπεριφορά του; Αυτός δεν ήταν που αφάνισε ένα ολόκληρο χωριό; αυτός δεν έβγαζε απο τη μέση όποιον του στεκόταν εμπόδια στα λυτρωτικά σχέδιά του; Αυτός δεν ήταν τιμωρός και τιμητής των πάντων συγχρόνως?
Γιατί άφηνε αυτούς τους 4 νοματαίους να σεργιανούν αδιάφορα φιλοσοφώντας, περιφέροντας το έξυπνο μυαλό τους και το ποθητό κορμί τους απο χώρα σε χώρα, από πόλη σε πόλη χωρίς καμιά ντροπή χωρίς κανέναν ενδοιασμό και καμια ενοχή ή προφύλαξη! Θύμωνε με την ξιπασιά και το θάρρος αυτών των ανθρώπων που άπροκάλυπτα γινόταν θράσος και εκτόξευαν βέλη παρρησίας και αμετανόητης ματαιοδοξίας.
Ολες οι αντινομίες , οι αντιθέσεις και οι αντιδράσεις χαρακτήριζαν αυτούς τους τύπους που με τα στοιχεία μιας κρυφής αδελφότητας ή μιας παράνομης συμμορίας μπορούσαν να ξεγελούν να παραπλανούν και να χλευάζουν ανεμπόδιστοι ακόμα κι αυτόν στον οποίον χρωστούσαν το οτι μπορούν ακόμα να στεκονται στα δυο τους πόδια. Πολύ έυκολα θα μπορούσε να τους κάνει να ικετεύουν , να παρακαλούν στα στραβά του πόδια για λίγο οίκτο για περισσή συμπόνια κι αυτός υβριστικά να τους αρνείται οποιαδήποτε συγχώρση και άφεση αμαρτιών αν και είχε όλο το ανωθεν δικαίωμα.

Τι έκανε και άφηνε αυτά τα ποταπά ανθρωπάρια να αλωνίζουν τον κόσμο και να στολίζουν ξεδιάντροπα με την προκλητική παρουσία τους κάθε κάδρο στην παγκόσμια έκθεση ανθρώπων και γεγονότων; Ανάθεμα! Πόσο ερωτισμό θα μπορούσε να εκμπέμψει κάποιος; Πόσο ερωτισμό και πόσο πόθο έλειπε από αυτόν τον ίδιο και τον Πητ το αισχρό δημιούργημά του που τόσο αποτυχημένα μπόρεσε να προβάλλει ως όραμα για να αποσπάσει την προσοχή των πολλών και να τους μπερδέψει ακόμα περισσότερο!
Ο Πητ δεν υπήρχε ή υπήρχε όπως υπάρχουν όλα τα φαντάσματα, όλοι οι ανήκουστοι φόβοι μας και όλες μας οι επιθυμίες για αυτό που ποτέ δεν πρόκειται να γίνει και αυτό που ποτέ δεν θα θέλαμε να δούμε μπροστά στα μάτια μας. Οχι, ο Πητ απλά έπρεπε να εξαφανιστεί και θα το έκανε χωρίς δεύτερη σκέψη αφού τίποτα δεν πρόσφερνε στην ολοκλήρωσή του εκτός ίσως απο μια εύκολη λύση που ποτέ δεν ήταν του στοιχείου του.
Τους έβλεπε όλους μαζί και το μόνο που ήθελε ήταν να μπλεχτεί ανάμεσά τους να αγγίξει τα κορμιά τους και να αναπνέει την ανάσα τους. Να πάρει τη ζωή τους αναπνέοντας και ό,τι άλλο μπορούσε προκειμένου να τους στεγνώσει απο κάθε τι ζωντανό που τους χατρακτήριζε. Οχι να τους σκοτώσει, όχι! Να τους αφομοιώσει ήθελε, να τους πάρει μέσα του και να γίνουν ένα! Ομως ήξερε πολύ καλά πως η διορισμένη μοίρα είναι αυτή που καθορίζει τα πάντα. Κι αυτός είχε αυτή την καταραμένη αποστολή και την άθλια μοίρα, αυτoί έπρεπε να έχουν το μοιραίο τέλος όπως ακριβώς μοιραία ήταν η ζωή τους.
Δεν είχε κανένα σχέδιο, κανένα πλάνο στο μυαλό του όμως ήξερε πολύ καλά πως έπρεπε να τελειώσει αν ήθελε να ταξιδέψει με ήσυχη τη συνείδησή του στους μελλοντικούς αιώνες χωρίς χρωστούμενα και οφειλές.

Ο κροταλίας που έστειλε για την Εβελυν και όλοι τινάχθηκαν στην αντίπερα όχθη της λίμνης στη Villa Borghese ήταν ανίκητος. Οσο κι αν η γυναίκα προσπαθούσε να απελευθερωθεί ήξερε πως ο αγώνας με το φίδι ήταν άνισος και το αποτέλεσμα αποφασισμένο σαν το προπατορικό αμάρτημα. Με μια γλυκιά δακωματιά στο λαιμό ο κροταλίας αφησε το δηλητήριό του να κυλήσει στο αίμα της Εβελυν. Ηταν μια κίνηση που λες και η Εβελυν την αποζητούσε απο καιρό. Λες και είχε βαρεθεί όλο αυτό το κυνηγητό όλο αυτό το κρυφτό και την άσκοπη αναζήτηση. Ενα αμυδρό χαμόγελο ζωγραφίστηκε στα τρεμάμενα χείλη της και τα βλέφαρά της άρχισαν σιγά σιγά να κλείνουν και τα χυτά πόδια της να λυγανε απο το ελάχιστο βάρος του κορμιού της. Η τελευταία εικόνα που είδε καθώς τα μάτια της αντίκρυζαν τον ουρανό ήταν η μορφή του Μαρτίνου, που σχεδόν με λαγνεία την παρατηρούσε να παίρνει τον δρόμο...τον αγύριστο!
Τέτοια ηδονή ο Μαρτίνος είχε να νιώσει απο τότε που με μένος ασελγούσε σε κάθε πιστό που με εμπιστοσύνη προεβαινε στο μυστήριο της εξομολόγησης, φανερώνοντας στον πάστορα της ενορίας του κάθε μύχια σκέψη του, κάθε ανομωλόγητη πράξη και κρυφή αμαρτία. Τέτοια ηδονή ένιωθε καθώς τν έβλεπε να αφήνει την τελευταία πνοή της. Πήδηξε απο το δέντρο μπροστά στα έκπληκτα μάτια των συντρόφων της που είχαν απομακρυνθεί χωρίς να μπορούν να επέμβουν στην μοίρα να αλλάξουν το Κισμέτ και ο Μαρτίνος έσκυψε και της πήρε την τελευταία ανάσα με ένα βαθύ φιλί χώνοντας την γεμάτη χαρακιές γλώσσα του μέσα στο ύγρο στόμα της Εβελυν.
Αυτό ήταν! Ειχε παρει μαζί του την ανάσα της, την τελευταία της πνοή.

Γύρισε και είδε τους άλλους να τον κοιτούν σχεδόν με αηδία. Απο την άκρη των χιλιών του αισθανόταν τα σάλια του να τρέχουν και ήταν σίγουρος πως είχε εκκρίνει προσπερματικά υγρά στο βρώμικο εσώρουχό του. Με την ανάστροφη του χεριού του σκούπισε το στόμα του ενώ είδε την Σίβα να γέρνει το κεφάλι της στο ώμο του Rock, ενώ ο Ξαβιέρ (που είχε ξεχάσει πλέον το όνειρό του ότι πήγε στη χώρα των γοργόνων και που πολύ εύκολα το εξήγησε ως "λαχτάρα θα χεις αν δεις στο ύπνο σου ψάρια και μαλάκια") έπιανε τα αχαμνά του επιδεικτικά σε μια κίνηση πρόκλησης και βλασφημίας.
Ο Ξαβιέρ τους παρακίνησε και τους πήρε μακρυά πριν προλάβει ο Μαρτίνος να σηκωθεί απο το πτώμα της Εβελυν που καμια σημασία δεν είχε πια για κανέναν.
Ενας θόρυβος τον έκανε να γυρίσει πίσω.

Σε παράταξη εκτελεστικού αποσπασματος στέκονταν ο Greko, η Νιοβη, ο Στεφάν και Chung Lee. Ηξερε πως είχαν περάσει στο αντίθετο στρατόπεδο απο τους άλλους 3 αλλά σίγουρα δεν ήταν στο δικό του στρατόπεδο που ήταν αντίθετο απο όλα τα άλλα. Σίγουρα η ικανοποίησή τους ήταν μεγάλη μπρος στο άψυχο κορμί της Εβελυν αλλά ο φόβος για τον Μαρτίνο πλημμύριζε τα σωθικά τους. Δεν τόλμησαν να τον αγγίξουν ούτε καν να τον πλησιάσουν. Κοίταξαν προς την κατεύθυνση που έφευγαν οι άλλοι τρεις και σιωπηλοί τους ακολούθησαν αφήνοντας τον Μαρτίνο να χαϊδεύει ασυναίσθητα αλλα με πάθος το στήθος της Εβελυν.
Ηξερε καλά ο Μαρτίνος πως κανείς τους δεν μπορούσε να πάρει τη ζωή κανενός (οσο και να προσπαθούσαν) παρά μόνο ο ίδιος γιατί κανείς δεν είναι κανενός παρα μόνο δικοί του!
Με αυτή τη σκέψη σηκώθηκε ορθιος και αφού έφτυσε στο μαρμαρωμένο προσωπο της Εβελυν και αφού της έδωσε μια κλωτσιά που δε λύγισε το ακαμπτο κορμί της, σήκωσε τα ρασα του και προχώρησε προς τη λίμνη. Βούτηξε το χέρι του και πήρε λίγο νερό μαζί με λίγους γυρίνους και έσβησε τη ασίγαστη δίψα του.

10 Φεβρουαρίου 2006

Επιτέλους!

Ο Μαρτίνος ήξερε από πάντα ότι ο χρόνος που κυλάει πάντα θα ήταν υπερ του. Γι αυτό ήξερε να περιμένει. Τόσα χρόνια που υπέμενε τόσα χρόνια που περίμενε, ασφαλώς και δεν τον εμπόδισαν να κάνει αυτό που επρεπε να κάνει , να τιμωρήσει αυτούς που το άξιζαν και να λυτρώσει όσους αμάρτησαν...με τον όποιο τρόπο.
Ακόμα και τον Χρις, που τον παρακαλούσε κλαίγοντας δεμένος στο σιδερένιο κρεββάτι του σκεπασμένος με το animal print σατέν σεντόνι του και το leopar στριγκάκι του δεμένο στο στόμα του, δεν του αρνήθηκε την λύτρωση.
Αλλά για αυτόν η λύτρωση θα ερχόταν αργά και βασανιστικά βδομάδα με τη βδομάδα βλεποντας τα νουμερα της ΑGB να πεφτουν δραματικά, όπως και έγινε. Το τραγούδι "Δυο μέρες μόνο" επαιζε στη lupa και έδινε στο χώρο εφιαλτικές διαστάσεις. Ο Χρις επεμενε να κανει τη σκηνοθεσια και τη μουσική επιμέλεια του θανάτου του αφού το σενάριο πια είχε περάσει στα χέρια άλλου. Αλλά ο Μαρτίνος δεν άκουγε τις ικεσίες του. Ετσι αφού η κατάσταση με την AGB είχε φτάσει στο απροχώρητο, ο Μαρτίνος πήγε κοντά του και βουτώντας την όστια στο άγιο δισκοπότηρο γεμάτο με κρασι τον κοινώνησε για τελευταία φορά.Ο Χρις δεν κατάλαβε την μακρυά σιδερένια φουρκέτα που μπήχτηκε πίσω στη βάση του κεφαλιού του. Απλά μια αστραπή ένιωσε και μετά το απόλυτο λευκό σκοτείνιασε το βλέμμα του.
Ο Μαρτίνος ήπιε μονορούφι το υπόλοιπο κρασί απο το Δισκοπότηρο άφού ξέπλυνε μέσα την φουρκέτα απο το αίμα του Χρις και την έβαλε στην αριστερή του πλεξούδα. Ο Χρις ίσως και να είχε μια ελπίδα σωτηρίας αλλά αυτός ο ύπνος θα κρατούσε μέχρι τον Οκτώβριο, να δεν έβρισκε του δρόμους μέσα στον ύπνο του να επανέλθει στη ζωή μεχρι τότε, θα ήταν πολύ αργά για κείνον. Ο Αιώνιος θάνατος καραδοκούσε διασκεδάζοντας την αναμονή του με το συνηθισμένο του τρόπο! Παίζοντας ξανά και ξάνα τον αβάσταχτο ρυθμό απο το "δυο μέρες μόνο"...θυμίζοντας ότι αυτές οι μέρες είναι μια αιωνιότητα για μερικούς.

Μετά απο αυτό ο Μαρτίνος ήξερε ότι πολύ σύντομα όλοι μαζί ή σχεδόν όλοι, θα επιχειρούσαν να συναντηθούν νομίζοντας ότι εξάλειψαν την παρουσία του Μαρτίνου και ότι μετά τη θυσία του Χρις αυτός θα είχε καταλαγιάσει. Αλλά ο Μαρτίνος δεν ικανοποιούνταν με ημίμετρα. Ηξερε πως ο Χρις ήταν μια καλή αρχή και πως αυτό ο δίκαιος χαμός θα συνασπιζε τους άλλους, τις κινήσεις των οποίων παρακολοθούσε μέσα απο μόνιτορ και δαιμονικά οράματα που ταλαιπωρούσαν το είναι του.
Ζώντας στο μεσοδιάστημα...ανάμεσα στο πραγματικό και το ιδεατό ο Μαρτίνος ήξερε πως ήταν πολύ δύσκολο για κάποιον να του κρυφτεί πολύ δύσκολο για αυτόν τον ίδιο να σωπάσει όταν οι άλλοι έκαναν απίστευτό θόρυβο! Αν και γνώριζε καλά αφού γεννήθηκε με τη Γνώση και τίποτα δεν μπορούσε να τον ξεγελάσει απλώς να του ξεφύγει τυχαία.

Αυτά σκεφτόταν τη μέρα εκείνη που είχε ανέβει πάνω σε ένα δέντρο (κατά την προσφιλή του συνήθεια απο παιδί) έξω απο τη Villa Borghese και μασουλούσε με ανία μάντολες που είχε αγοράσει απο τη Ζάκυνθο, στο τελευταίο του προσκύνημα στον Αγ. Διονύσιο που τον συνέδεεαν πολλές μνήμες ιδίως γύρω απο τον αδιευκρίνιστο και ακρως μυστηριακό θάνατό του μια ιστορία που χαλκεύθηκε με τα χρόνια και έγινε τόσο απλή και μαύρη όσο το σκήνωμα του Αγίου, φυλασσόμενο σε αυτή την υβριστική λάρνακα στον επιβλητικό ναό του νησιού.
Και ενώ πιπιλούσε ηδονικά και μετά τσάκιζε με τα γερά του δόντια τις μάντολες άκουσε απο κάτω στο παγκάκι φωνές όμοιες με αυτές της Σίβας και της Εβελυν οι οποίες σε μια κρίση κουλτούρας αφησαν τις επιδείξεις μόδας, τα Gucci και τα Armani και επιδίδονταν σε επείδειξη γνώσεων σχετκά με τη Συναρτησιακή ανάλυση και τη θεωρία αυτού του Galois, του ανόητου αυτού τύπου που σε ένα απο τα συνηθισμένα του ταξίδια στο παρελθόν είχε καταφέρει να τον εξοντώσει σε μια προκατασκευασμένη μονομαχία. Δεν θα άφηνε έναν τόσο επικίνδυνο άνθρωπο να ελέγξει τις ζωές των καημένων των ανθρώπων δίνοντάς τους προνόμια και ικανότητες που μονο Θεοί ή Δαίμονες ήταν άξιοι να έχουν.
Τις άφηνε να μιλάνε όμως όσο κι αν ήθελε να πετάξει κατά πάνω τους όλες τις μάντολες και όλα α βιβλία που κουβαλούσε στην τσάντα του, αλλά και μερικές εκονίτσες με την Αγία Παρασκευή που το δηλητηριώδες αέριο που εκτόξευαν χτυπούσε κατευθείαν στα μάτια και με αφόρητους πόνους τα έβγαζαν τελικά απο τις κόγχες στους.
Ομως συγκράτησε τις ορμές του, έτσι καλα καμουφλαρισμένος όπως ήταν ξέροντας ότι κάπου εκεί τριγύρω θα βρίσκονταν κι αλλοι αφού σε κάτι τέτοια "ρομαντικά" μέρη είχαν συνήθεια να συνάντιούνται οι καταραμένοι του κόσμου. Και δεν είχε άδικο. Οταν έφτασαν ο Ξαβιερ ο Κλαιβ και ο Rock και κάθισαν δίπλα τους , ένιωσε μια τέτοια ηδονή που αν δεν ήξερε πως το σπέρμα του θα ερχόταν βάλσαμο στα διψασμένα κορμια τους, θα αυνανιζόταν εκεί πάνω χωρίς κανέναν άλλο ενδοιασμό. Ομως όχι δεν θα τους έκανε αυτή τη χάρη! Θα περίμενε μέχρι η επόμενη κίνησή τους θα σήμαινε και το μοιραίο τέλος.
Μαζεψε τα ράσα του αφου τακτοποίησε τα γεννητικά του όργανα έτσι ώστε να μην τον εμποδίζουν αφού η στύση του είχε φτάσει σε απελπιστικά επίπεδα (ήταν και το μαρτύριο του Αγ. Σεβαστιανού και της Αγ.Αικατερίνης που δεν τον άφηνε σε ησυχία)..



...και προχωρώντας αργά απο δέντρο σε δέντρο έφτασε στο γήπεδο τέννις και παίρνοντας τη θέση του διαιτητή περίμενε τους Εκδιωγμένους!!!

27 Ιανουαρίου 2006

Παω για Πι-Πι...

Ο Greko σαν γνήσιος ελληναρας αφήνει τα πάντα για την τελευταία στιγμή, νομίζει οτι ξερει τα πάντα και οτι όλοι οι άλλοι είναι ηλίθιοι, και οτι αυτος ο βασιλιας της “Ξερολας” εχει πάντα δικιο. Το πειραμα με τις ερωτησεις δεν πηγαινε καλα – αλλα ρωταγε ο Greko – αλλα απαντουσαν οι κοπελες – και ολα εξαρτιωντοσαν απο το ποσο ειχε πιει ο Greko. Λιγη μπυρα = η συζητηση βγαζει καποιο νοημα. Πολυ μπυρα = ασεμνα σχολια που καταληξαν σε δυο χαστουκια, μια καραφα μπυρα λουσμενη στο κλουβιο κεφαλακι του Greko και απειρα κοσμητικα επιθετα που ξεκινουσαν απο “μ” και κατεληγαν σε “αλακα”...

Με τα πολλα και τα λιγα, τα Χριστουγεννα και οι γιορτες πλησιαζαν, οι ερωτησεις γινοντουσαν ολο και πιο ηλιθιες, ο Rock απορουσε τι σκατα εκανε τοσο καιρο με τον Χρις αφου στην πραγματικότητα του αρεσουν μονο οι γυναικες, ο χρυσος και το πετρελαιο ανεβαιναν σαν τρελλα ενω οι φημες οτι η Βισση 8α παει στην Eurovision εκαναν το κοσμο να δειχνει λιγο καλυτερος...

Ενα χρονο μετα το τσουναμι, ο Rock προσγειωνεται στα νησια Phi-Phi στην Ταυλανδη. Απο τα αγαπημενα μερη του Rock, ο οποίος αποφασισε να περασει την Πρωτοχρονιά στην παραλία και να περάσει λίγο χρόνο με τους Βουδιστες ιερείς σε ένα exotic monastery στα νησιά Phi-Phi. Οι ανθρωποι αυτοι εχουν μια απιστευτη εσωτερικη γαληνη και καλοσυνη, και καταφερνουν να βρισκουν την ομορφια της ζωης σε απλα πραγματα. Ο Rock βυθιζεται σε σκεψεις και καθαριζει την ψυχη του. Επισης εχουν τα ωραιοτερα τατουαζ...

22 Ιανουαρίου 2006

Εν αναμονή...













Μετά από πολλές μέρες ,μήνες ίσως και χρόνια (ποτέ δεν μπορούσε ο Μαρτίνος να αντιληφθεί επαρκώς το χρόνο) επανήλθε σε μια πραγματικότητα που το ταλαιπωρούσε αλλά και τον ευχαριστούσε σε ένα ανίερο σμίξιμο στα βάθη του εσώτερου κολασμένου κόσμου του. Μερικές φορές αισθανόταν ότι όλα αυτά γίνονταν χωρίς σκοπό χωρίς νόημα...ότι η ουσία ήταν κάπου αλλού...κάπου τόσο εξω απο τη δική του πραγματικότητα που θα του ήταν εξαιρετικά δύσκολο να εντοπίσει και να ξορκίσει.
Μέσα στην ψυχή του υπήρχε μια παγωνιά και ένα κενό ανείπωτο, τόσο μεγάλο σαν αχανής έρημος. Ονόματα και καταστάσεις μπερδεύονταν στο παζλ του μυαλού του. Κανένα κομμάτι δεν ταίριαζε με άλλο και το συνολικό σχέδιο έμοιαζε με σουρεαλιστικό πίνακα ή μάλλον δαιμονικό όραμα καταραμένου προφήτη. Κάποια πρόσωπα, που δεν αντιστοιχούσαν σε ονόματα πια, μια περιέργη οργάνωση, παγκόσμιοι εχθροί, αχόρταγοι ομοφυλόφιλοι, άνομα ζευγάρια, αειπάρθενοι μουσικοί, ξιπασμένες άσπονδες φίλες, ανεργοι αρχαιολόγοι και κάποιοι άλλοι που δεν μπορούσε να καθορίσει με σαφήνεια χόρευαν στο μυαλό του ένα χορό μεθυστικό, σαν να καλούσαν τη μοίρα να τελειώσει το έργο της πολύ πιο μπροστά από τον άνωθεν διορισμένο χρόνο. Αυτή η προκληση όσο κι αν τον ερέθιζε τον είχε κουράσει. Ηθελε να στρέψει τα μάτια σε κάτι νέο, κάτι πιο απειλιτικό και καταστροφικό συγχρόνως. Κάπου που οι δυνάμεις του κακού και του καλού θα ένωναν τις δυνάμεις τους η θα τις διαχώριζαν φαντασμαγορικά! Περίμενε ο άνω και ο κάτω κόσμος να ξεκινήσει ένα πανηγύρι εντυπώσεων και δραματικών εξελίξεων. Ετσι για να έχει και ένα άλλοθι της άμετρης επιθυμίας του για ολική εκκαθάριση σύμφωνα με αυτά που είχε ενστικτωδώς διδαχθεί.
Δεν είχε κάτι άλλο να κάνει...δεν είχε κάτι άλλο να πει...δεν είχε τίποτα να δει και να ακούσει...απλά περίμενε για το μεγάλο...αυτό που θα έκανε αυτή την πραγματικότητα να αλλάξει και να γίνει κόλαση ή παράδεισος...ανάλογα με τι νόμιζε ο καθένας ότι βίωνε στην καθημερινότητά του!

15 Ιανουαρίου 2006

Νεος Χρόνος, Νέα Αρχή...

Ο Τσάνγκ Λι προσπάθησε να ηρεμήσει. Ηταν από τους πρώτους που μπήκε στο αεροπλάνο, και προσπάθησε να κρύψει την αγωνία του. Η μία μετά την άλλη αεροσυνοδός τον χαιρέτησε με αυτόν το μηχανικό τρόπο που σε κάνει να αηδιάζεις. "Αν δεν το θές, μή το κάνεις" - Σκέφτηκε ο Τσάνγκ Λι. Οι κοπέλες έχουν διαταχθεί σε σειρά, λές και μπαίνεις σε καλλιστεία.
Κοίταξε το εισητήριο του. Είχε επίτηδες ζητήσει απο το πρακτορείο τη θέση 28D, γιατί γνώριζε οτι όλοι οι πράκτορες της "Ιος-Αμστερνταμ-Νεα Υορκη" πετούν σε αυτή τη θέση.
Αν ο πράκτορας του έλεγε οτι είναι ήδη κατειλλημένη, θα διάλεγε μια άλλη πτήση, και θα ήταν πιό ασφαλής. Επίσης, του έδινε και το πλεονέκτημα να βρίσκεται στο διάδρομο και κοντά στην έξοδο κινδύνου. Με τις τόσες διασυνδέσεις, αν μαθαίνανε οτι πετά με την πτήση VA-2041 για Λονδίνο μπορεί και να προσπαθούσαν να τινάξουν το αεροπλάνο στον αέρα.

"Να σας βοηθήσω;" - μια νεαρή αεροσυνοδός του μιλησε, γλυκά και σταθερά.
"Χμ.. Ναί παρακαλώ. Πηγαίνω στην 28D."- Η κοπέλα χαμογέλασε.
"Θα πάρετε τον μεσαίο διάδρομο, και μολις περάσετε τη Σήλια θα είναι η τέταρτη θέση, δεξιά. Η Σήλια είναι η αεροσυνοδός σας για απόψε" του είπε.

Ανησύχησε λίγο. Η αεροσυνοδός του φάνηκε πολυ "ανετη" για κάποια που έχει καρτελάκι "Trainee". Βρήκε τη θέση του, γνέφοντας στην "Σήλια". Πρόσεξε οτι και αυτή είχε το ίδιο καρτελάκι. Αναρωτήθηκε αν έχει ποτέ δεί 2 εκπαιδευόμενες σε υπερατλαντική πτήση. Ταξίδευε συχνά, και ήταν σχεδόν σίγουρος οτι πολιτική των εταιριών ήταν να βάζουν εκπαιδευόμενες μόνο σε εσωτερικές πτήσεις. Προσπάθησε να ηρεμήσει.

Το μυαλό του περασε σαν αστραπή στα γεγονότα του τελευταίου μήνα: Σκότωσε τον Γκόρντον, αυτό τον κούρασε πολύ. Μετά πηγε στο σπίτι του, μόνο για να βρεθεί αντιμέτωπος με πράκτορες της οργάνωσης, και στο τέλος την περίφημη "Μαντάμ Ω". Η αναμέτρηση τους παρολίγο να βγεί μοιραία, δεν περίμενε οτι θα του στέλνανε τον Αρχηγό της οργάνωσης!

Στη συνέχεια βρέθηκε κυνηγημένος - το παρακλάδι της οργάνωσης στη Νεα Υορκη, πλέον χωρίς αρχηγό, έριξε όλες τις δυνάμεις του εναντίον του Τσάνγκ Λι. Η "Μαντάμ Ω" είχε ερθει για την εθιμοτυπική επίσκεψη, μετά την Ιο, και έτυχε στο γεγονός. Για να γλυτώσει ο Τσάνγκ Λι εφυγε στο Ασπεν, γνωστό καταφύγιο πρακτόρων. Η συμφωνία - διεθνής - ήταν οτι στο Ασπεν δεν γίνονται επιθέσεις και συμπλοκές. Ηταν σαν το "αβατο" των πρακτόρων. Έμεινε εκεί 20 μέρες, προσπαθώντας να οργανώσει την διαφυγή του. Τελικά με τον καινούριο χρόνο, αποφάσισε να διακινδυνέψει να ταξιδεψει στο Λονδίνο, για να συνδεθεί με τους συνδέσμους της οργάνωσης εκει.

Η σκέψη του διακόπηκε: "Μηπως θα πάτε προς Russel Square?" τον ρώτησε η αεροσυνοδός. Ανεβάζοντας το βλέμα του είδε οτι είχε σκύψει προκλητικά, δείχνοντας του τα ανερχόμενα "μπαλκόνια" της. Με δυσκολία μετακίνησε το βλέμα του για να εντοπίσει το καρτελάκι: "Σήλια - Trainee". Αμέσως το μυαλό του πήρε στροφές.

"Θα περάσω απο εκεί, πηγαίνοντας στο ξενοδοχείο μου στο Hyde Park" της είπε, προσθέτοντας: "Ξέρω μια pub σε ενα στενό εκεί κοντά, την Lions Head".
Η κοπέλα χαμογέλασε: "Μήπως τότε να με κερνούσατε ένα ποτό εκεί, ξέρω οτι φτιάχνουν πολύ καλά το dragons' breath". Ο Τσάνγκ Λι κόλλησε - η κοπέλα ήταν της οργάνωσης "Ιος-Αμστερνταμ-Νεα Υορκη" και χρησιμοποιούσε την κωδική σειρά προτάσεων για να βεβαιωθεί οτι κι αυτός ήταν! Αν έκανε λάθος τώρα, ηταν σίγουρο οτι θα προσγειωνόταν στο Heathrow νεκρός. Γρήγορα απάντησε: "Θα σου πρότεινα να πιείς το bartenders' milky cum. Κάνει και καλό στο στομάχι". Η πρόταση κωδικοποιούσε οτι ο Τσάνγκ Λι ήταν απο τα ανώτερα στελέχη της οργάνωσης, και ήθελε να μήν ενοχληθεί από άλλες αεροσυνοδούς. Επρεπε να τον περιποιηθεί αυτή. Χωρίς άλλες κουβέντες η κοπέλα έφυγε, χαμογελώντας.

O Τσάνγκ Λι εκλεισε τα μάτια του, περιμένοντας την απογείωση. Με αυτό το φτηνό τρίκ, αισθάνθηκε ασφαλής για πρώτη φορά το τελευταίο μήνα.